Ελληνικές παροιμίες/Γ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 54: | Γραμμή 54: | ||
*** Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζεις. |
*** Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζεις. |
||
* Γενεαί δεκατέσσαρες. |
* Γενεαί δεκατέσσαρες. |
||
** ''Τον πέρασε γενεάς δεκατέσσαρας''( |
** ''Τον πέρασε γενεάς δεκατέσσαρας'' (=του έβρισε όλο του το σόι). (Ματθ. Α'17) |
||
* Γένοιτο. |
* Γένοιτο. |
||
** Mακάρι να γίνει, είθε να επαληθευτεί. |
** Mακάρι να γίνει, είθε να επαληθευτεί. |
||
Γραμμή 64: | Γραμμή 64: | ||
* Γης Μαδιάμ. |
* Γης Μαδιάμ. |
||
** (Έξοδος, Β'15) |
** (Έξοδος, Β'15) |
||
* Για ένα αυγό χαλά τη σούπα (Λέσβος) |
* Για ένα αυγό χαλά τη σούπα. (Λέσβος) |
||
* Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου. |
* Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου. |
||
* Για συγγνώμη και για μύρο κίνησε να πας στην Σκύρο. |
* Για συγγνώμη και για μύρο κίνησε να πας στην Σκύρο. |
Αναθεώρηση της 08:53, 9 Οκτωβρίου 2008
* Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Γ
- Γαία πυρί μιχθήτω.
- Ας καταστραφεί το παν.
- Γαίαν έχοι ελαφράν.
- Ας είναι ελαφρό το χώμα που τον σκεπάζει.
- Γάιδαρος αμολητός, κύρης και νοικοκύρης. (Δωδεκάνησα)
- Γάιδαρος αμολητός, μαγκουφιά στα λάχανα. (Δωδεκάνησα)
- Γάιδαρος είν' ο γάιδαρος, αν εφορεί και σέλλα, κ' η γριά κι αν εμορφίζεται, δεν γίνεται κοπέλα. (Κεφαλονίτικη)
- Γάιδαρος πάντα γάιδαρος κι ας του φοράν' και σέλλα.
- Γαϊδάρου λύρα παίζανε κι αυτός τ' αυτά του τάραζε.
- Γάμει δε μη την προίκα αλλά την γυναίκα.
- Να παντρεύεσαι την γυναίκα και όχι την προίκα. (Mενάνδρου, Γνώμαι)
- Γάμειν ο μέλλων εις μετάνοιαν έρχεται.
- O σκεπτόμενος να παντρευτεί έχει κιόλας πάρει το δρόμο της μετάνοιας. (Mενάνδρου, Γνώμαι)
- Γάμος άγαμος.
- Ολέθριος γάμος.
- Γάμος εις τα γέρατα, ή σταυρός ή κέρατα. (Παξοί)
- Γάμος χωρίς σφαχτά δε γίνεται.
- Γάτος γαμεί και γάτος σκούζει.
- —Γεια σου, Γιάννη. —Κουκιά σπέρνω.
- Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
- Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον ει.
- Γελάει ο ανόητος, παρόλο που δεν υπάρχει τίποτα που να είναι αστείο (:γελοίο).
- Γελάει ο τρελός στ' αγέλαστα.
- Γελάει ο ανόητος, παρόλο που δεν υπάρχει τίποτα που να είναι αστείο (:γελοίο).
- Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη γυρεύεις.
- Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην κοιτάζεις.
- Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζεις.
- Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην κοιτάζεις.
- Γενεαί δεκατέσσαρες.
- Τον πέρασε γενεάς δεκατέσσαρας (=του έβρισε όλο του το σόι). (Ματθ. Α'17)
- Γένοιτο.
- Mακάρι να γίνει, είθε να επαληθευτεί.
- Γέρου πορδή μην ακούς, λόγο ν' ακούς.
- Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.
- Γριά κι αν κοπελεύεσαι, ο ανήφορος το δείχνει. (Παξοί)
- Γέρος γάτος, τρυφερά ποντίκια θέλει.
- Γηράσκω δ' αεί πολλά διαδασκόμενος.
- Γης Μαδιάμ.
- (Έξοδος, Β'15)
- Για ένα αυγό χαλά τη σούπα. (Λέσβος)
- Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου.
- Για συγγνώμη και για μύρο κίνησε να πας στην Σκύρο.
- Για το γαμπρό γεννάει κι ο κόκορας, για το γιο η κότα.
- Για το καρφί χάνεται το πέταλο, για το πέταλο τ' άλογο.
- Για τον εχθρό που φεύγει, φτιάξε χρυσό γεφύρι.
- Για τον παρά κολάζεσαι, με τον παρά κι αγιάζεις.
- Για χάρη του βασιλικού, ποτίζεται κι η γλάστρα.
- Για ψύλλου πήδημα.
- Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
- Γίναν οι γλάστρες θυμιατά και τα σκατά λιβάνι.
- Γίνεται το γαϊδούρι άλογο;
- Γίνηκε ανάστα ο Κύριος.
- Γιος ο γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα.
- Γιο πουτάνας να πάρεις, κόρη πουτάνας να μην πάρεις. (Επτάνησα)
- Γλαῦκ᾿ εἰς Ἀθήνας.
- Γλαῦκ᾿ Ἀθήναζε.
- Γλέντα τον όμορφο καιρό γιατί ο άσκημος δε λείπει.
- Γλυκάθηκεν η γριά στα σύκα εμπαινόβγαινε κι εζήτα.
- Γλυκάθηκε η γριά στο μέλι, θα φάει και το κουβέλι.
- Γλυκάθηκε η γριά τα σύκα κι έφαγε και τα συκόφυλλα.
- Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα κι έφαγε και τα απόσυκα.
- Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα κι όλη μέρα τα εζήτα.
- Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα κι έφαγε και τα απόσυκα.
- Γλυκός ο ύπνος το πρωί, γδυτός ο κώλος τη Λαμπρή.
- Γλύφοντας και σέρνοντας και με τα κέρατά του πάει ο σαλίγκαρος τ' αψήλου. (Επτάνησα)
- Γλώσσα λανθάνουσα τ' αληθή λέγει.
- Γλώσσα, ποί πορεύη; πόλιν ανορθώσουσα καί πόλιν καταστρέψουσα;
- Λέγεται όταν από απροσεξία ξεφύγει κάτι από το στόμα μας, που θέλουμε να αποκρύψουμε.
- Γνῶθι σεαυτόν.
- Να γνωρίσεις τον ευατό σου. Περίφημη φράση γραμμένη στο Δελφικό μαντείο που αποδίδεται είτε στο Χείλωνα τον Λακεδαιμόνιο είτε στον Σωκράτη.
- Γνωστός εν τη Ιουδαία ο Θεός.
- Λέγεται για κάποιον που είναι πολύ γνωστός σε κάποιο μέρος.
- Γουρούνι στο σακί.
- Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί.
- Για ανθρώπους ανειλικρινείς και υποκριτές. (Λουκάς, ΙΑ'44)
- Γριά αλεπού στην παγίδα δεν πιάνεται.
- Γριάς το μεσοχείμωνο αγγούρι της θυμήθη.
- Γυναίκα από τη Μύκονο, μάγια στ' αρχοντικό σου.
- Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
- Γυναίκα και χειμωνικό η τύχη τα διαλέγει. (Παξοί)
- Γυναίκα χωρίς άντρα, πλοίο χωρίς τιμόνι.
- Γυναίκα δίχως φίμωτρο, αλί που θα την πάρει.
- Γυναίκα, ντουφέκι, φακός κι ομπρέλα, δε δανείζονται. (Παξοί)
- Γυναίκες μαλώνουν, αλήθειες αποκαλύπτονται.
- Γυναιξί κόσμον η σιγή φέρει.
- Η σιωπή είναι στολίδι για τις γυναίκες.
- Γύρευε παλιό γιατρό και γέρο καπετάνιο.
- Γύρω-γύρω νά 'ρχεται και μέσα να μη μπαίνει.
- Γύφτος παπάς δε γίνεται κι αν γίνει δε βλογάει. (Παξοί)
- Ο χορός και το γαμήσι ειν' τση γυναικός η φύση (Κέρκυρα).