Ελληνικές παροιμίες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→Γ: -επανάληψη |
→Α: -επανάληψη |
||
Γραμμή 8: | Γραμμή 8: | ||
* Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι. |
* Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι. |
||
* Αγάλια αγάλια κόνευε, αν θέλεις να προφτάσεις. |
* Αγάλια αγάλια κόνευε, αν θέλεις να προφτάσεις. |
||
* Αγαπάει ο Θεός τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη. |
|||
* Άγιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται. |
* Άγιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται. |
||
* Αγρόν ηγόραζεν. (θρησκευτικό) |
* Αγρόν ηγόραζεν. (θρησκευτικό) |
Αναθεώρηση της 06:46, 11 Δεκεμβρίου 2006
Εδώ έχουμε ένα κατάλογο παροιμιών από την Ελλάδα:
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω |
Α
- Αγάλι αγάλι γίνεται η αγουρίδα μέλι.
- Αγάλια αγάλια κόνευε, αν θέλεις να προφτάσεις.
- Άγιος που δε θαυματουργεί, μηδέ δοξολογιέται.
- Αγρόν ηγόραζεν. (θρησκευτικό)
- Αδέρφια αγαπημένα, κάστρα που δεν παίρνονται.
- Αδερφός, κι ας ειν' κι οχτρός. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Άι Βαρβάρα βαρβαρώνει, Άη Σάββας σαβανώνει κι Άη Θανάσης παραχώνει.
- Άης Αντρέας έφτασε, το κρύο αντρειεύει.
- Άη Γιώργη μου ακριβός είσαι.
- Ακαμάτης νέος, γέρος διακονιάρης.
- Ακόμα δεν τον είδαμε, Γιάννη τον βαφτίσαμε.
- Ακριβός στα πίτουρα και φτηνός στ' αλεύρι.
- Ακριβοί στα πίτουρα, φτηνοί στα λάχανα.
- Άλλα λέει η γιαγιά μου, άλλα ακούν τ`αυτιά μου.
- Άλλ' αντ' άλλα τα μεγάλα της Παρασκευής το γάλα.
- Άλλα τα μάτια του λαγού κι άλλα της κουκουβάγιας.
- Άλλαξε ο Μανωλιός, έβαλε τη σκούφια του αλλιώς.
- Άλλη η δουλειά του ναύτη, κι άλλη του καντηλανάφτη.
- Άλλη καμιά δε γέννησε, μόνο η Μαρία το Γιάννη.
- Άλλοι παπάδες ήρθανε, άλλα Βαγγέλια φέρανε.
- Άλλοι σπέρνουν και θερίζουν κι άλλοι τρών' και μαγαρίζουν.
- Άλλος σπέρνει και τρυγάει, κι άλλος πίνει και μεθάει.
- Άλλος χάσκει κι άλλος μεταλαβαίνει.
- Αλλοι τα γένια πεθυμούν, κι άλλοι που τα 'χουνε τα φτυούν.
- Αλλού βαρούν τα τύμπανα κι αλλού χορεύει η νύφη.
- Αλλού με τρίβεις δέσποτα, κι' αλλού έχω τον πόνο.
- Αλλού τ' όνειρο κι αλλού το θάμα.
- Αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.
- Αλλού χτυπάει το νερό κι αλλού αλέθει ο μύλος.
- Άμα δεν έχεις νύχια να ξυστείς μη περιμένεις άλλον.
- Άμα δε πάει ο Μωάμεθ στο βουνό, θα πάει το βουνό στον Μωάμεθ.
- Άμα δεν περισσέψει πάει να πει πως δεν φτάνει.
- Άμα κι θέλω να φιλώσε ρωτώ που και κα εν το μάγουλο σ'.
- (Ποντιακό: Άμα δεν θέλω να σε φιλήσω ρωτώ που είναι το μάγουλό σου.)
- Αμαρτία εξομολογημένη, η μισή συγχωρεμένη.
- Αμίλητος σαν ψάρι.
- Αμίλητος τρελός, για φρόνιμος περνιέται.
- Ανάθρεψε τον Ποντικό να φάει το μαλλί σου.
- Αν βρέξει ο Μάρτης δυό νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα, χαρά σ’ εκείνον τον ζευγά πού’χει πολλά σπαρμένα.
- Αν δεν αστράψει, δε βροντά, κι αν δε βροντά δε βρέχει.
- Αν δεν έρθει μοναχή της, μην την καρτεράς την τύχη.
- Αν δεν λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είναι καλοκαίρι.
- Αν δεν παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει.
- Αν δεν το δείχνει η γίδα, το δείχνει το κέρατό της.
- Αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας.
- Ανεμομαζώματα διαβολοσκορπίσματα.
- Αν ήταν η δουλειά καλή θα δούλευε κι ο Δεσπότης.
- Αν σ΄ αρέσει μπάρμπα-Λάμπρο ξαναπέρνα από την Άνδρο. (ιστορικό)
- Άνθρωπος αγράμματος ξύλο απελέκητο.
- Αντί να τρίζει η άμαξα, τρίζει ο αμαξηλάτης.
- Ανύπαντρος προξενητής, για λόγου του γυρεύει.
- Άξιος είναι στο φαΐ και γρήγορος στον ύπνο.
- Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια.
- Από την πόλη έρχομαι και στην κορφή κανέλλα.
- Από το διάολο έρχεται τ' αρνί, στο διάολο γυρίζει το τομάρι.
- Από ρόδο βγαίνει αγκάθι κι από αγκάθι βγαίνει ρόδο.
- Απου 'χασε το χοίρο του όλο μουγκριές ακούει.
- Απ' όπου κι αν τον πιάσεις λερώνεσαι.
- Απ’ το ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα.
- Απ' το χέρι ως το στόμα είναι πολύς καιρός ακόμα.
- Αρβανίτη αν κάνεις φίλο, κράτα και κάνα κομμάτι ξύλο.
- Αργά-αργά τα τούμπανα κι αρχοντικός ο γάμος.
- Αργία μήτηρ πάσης κακίας.
- Αρχηγού παρόντος πάσα αρχή παυσάτω.
- Αρρώστου χείλη φαίνονται και νηστικού μαγούλες.
- Άσπρα μαλλιά στην κεφαλή... κακά μαντάτα στην ψωλή. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Άσπρα στο πουγκί, ψάρια στο βουνί.
- Ας με λένε Βοϊβοντίνα κι ας ψοφώ από την πείνα.
- Αυγό να πάρεις απ' αυτόν δεν έχει κρόκο μέσα.
- Αυτά που θες ξενέρωτος, τα κάνεις μεθυσμένος.
- Αυτός είναι βίος και πολιτεία.
- Αυτός είναι απ' του διαόλου τη μάνα.
- Αφεντικά και δούλοι, το ίδιο ούλοι. (με αρνητική διάθεση)
- Αχάριστο ευλογείς, νεκρό δανείζεις.
Β
- Βαράτε με κι ας κλαίω!
- Βάρα με μία με τ' σκούφια σ'.
- (Εδώ) βλέπεις το λύκο, κι εσύ ψάχνεις τ’αχνάρια.
- Βλέπεις φαΐ, κάτσε φάε. Βλέπεις ξύλο, σήκω φύγε.
- Βοήθα με να σε βοηθώ ν’ανεβούμε το βουνό.
- Βρες δουλειά, να βρεις βασίλειο.
- Βρες μου ένα ψεύτη να σου βρω κι εγώ ένα κλέφτη.
- Βρέχει καρεκλοπόδαρα.
- Βρήκε ο γύφτος τη γενιά του κι αναγάλιασε η καρδιά του.
- Βρήκε ο Φίλιππος τον Ναθαναήλ. (Θρησκ.)
- Βροντάν τα σίδερα, βροντάν κι οι σακοράφες.
- Βαράει το σαμάρι ν' ακούσει το γαϊδούρι.
Γ
- Γαία πυρί μιχθείτο.
- Γάτος γαμεί και γάτος σκούζει.
- Γελάει καλύτερα όποιος γελάει τελευταίος.
- Γελά ο μωρός καν τι μη γελοίον ει.
- Γελάει ο ανοητος, παρόλο που δεν υπάρχει τίποτα που να είναι αστείο (=γελοίο).
- Γελάει ο τρελός στ' αγέλαστα.
- Γέρος κι αν επαινεύτηκεν, ανήφορος το δείχνει.
- Γέρος γάτος, τρυφερά ποντίκια θέλει.
- Για σένα μαυρομάτα μου έβγαλα εγώ τα μάτια μου.
- Για τον εχθρό που φεύγει, φτιάξε χρυσό γεφύρι.
- Για τον παρά κολάζεσαι, με τον παρά κι αγιάζεις.
- Για ψύλλου πήδημα.
- Γιάννης κερνάει και Γιάννης πίνει.
- Γιος ο γαμπρός δε γίνεται κι η νύφη θυγατέρα.
- Γλυκάθηκε η γριά τα σύκα κι έφαγε και τα συκόφυλλα.
- Γλυκάθηκε η γριά στα σύκα κι έφαγε και τα απόσυκα.
- Γουρούνι στο σακί.
- Γριά αλεπού στην παγίδα δεν πιάνεται.
- Γυναίκα και καρπούζι η τύχη τα διαλέγει.
- Γυναίκα δίχως φίμωτρο αλί που θα την πάρει.
- Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω.
Δ
- Δάσκαλος που δίδασκε και νόμο δεν εκράτει.
- Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
- Γραμματικέ που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
- Δάσκαλε που δίδασκες και νόμο δεν εκράτεις.
- Δείξε μου το φίλο σου και θα σου πω ποιός είσαι.
- Δε δίνει στον άγιο του λιβάνι. (ο αχάριστος)
- Στον άγγελό του νερό δε δίνει.
- Δεν έγινα παπάς ν' αγιάσω, έγινα για να περάσω.
- Δεν είναι άγιοι όλοι όσοι πάνε στην εκκλησία.
- Δεν είναι Γιάννης, είναι Γιαννάκης.
- Δέρνει τους μικρούς να τρομάξουν οι μεγάλοι.
- Δες μάνα και πάρε κόρη.
- Δέσε το αρνί, όπου θέλει ο νοικοκύρης και μη σε νοιάζει αν το φάει ο λύκος.
- Δούλεψε να φας και κλέψε να 'χεις.
- Δούλεψε στα νιάτα σου για να 'χεις στα γηρατειά σου.
- Δρυός πεσούσης πας ανήρ ξυλεύεται.
- Δυό γάιδαροι μαλώνανε σε ξένο αχυρώνα.
- Δυο γελάν, κάτι ξέρουν. Ένας γελάει, τρελός είναι.
- Δύσκολα νιάτα, καλά γεράματα.
- Δώσε ΄μένα και στο γιο μου, νά κι ο άντρας μου στην πόρτα.
- Δώσε τόπο στην οργή.
- Δώδεκα Απόστολοι, καθένας με τον πόνο του.
Ε
- Έβαλε την ουρά στα σκέλια.
- Έβαλε το λύκο να φυλάει τα πρόβατα.
- Έγινε λαγός.
- Εγώ καλά παντρεύτηκα κι ας κλαίει όποιος με πήρε.
- Εδώ γαμούν αρσενικούς και συ γυρεύεις νύφη; (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Εδώ καράβια χάνονται... βαρκούλες αρμενίζουν!
- Εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Εδώ ο κόσμος χάνεται και το μουνί ξυρίζεται. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Εδώ σε θέλω κάβουρα, να περπατάς στα κάρβουνα.
- Είδα κι είδα, γύφτο παπά δεν είδα.
- Είδες χίονι στο βουνί βάλε χέρι στο μουνί. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Είδες πράσινο άλογο και δάσκαλο με γνώση;
- Είδε ο τρελός το μεθυσμένο και φοβήθηκε.
- Είπε ο γάιδαρος τον πετεινό κεφάλα.
- Είπαν του τρελού να χέσει, κι εκείνος ξεκωλώθηκε. (σκωπτικό-χιουμοριστικό εκφράζει υπερβολή)
- Έκανε κι η μύγα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο. (σκωπτικό-χιουμοριστικό εννοεί την αχαριστία)
- Έκανε κι η ψείρα κώλο κι έχεσε τον κόσμο όλο. (σκωπτικό-χιουμοριστικό εννοεί την αχαριστία)
- Εκατό ξυλιές στον ξένο κώλο λίγες είναι.
- Έκαψα την καλύβα μου να μη με τρων' οι ψύλλοι.
- Εκεί που βγάζεις το ψωμί σου, μη βάζεις το πουλί σου.
- Εκεί που κρεμούσαν οι κλέφτες τ' άρματα, κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια.
- Εκεί που σ’αγαπούν να μην πολυπηγαίνεις, γιατί αν τύχει και σε βαρεθούν δε θα’χεις τί να γένεις .
- Έλα παππού μου να σου δείξω πού τό’χει η γιαγιά μου.
- Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπέλια σου.
- Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπελοχώραφά σου.
- Έλα παππού να σου δείξω τ' αμπέλια σου.
- Έμαθε να βελονιάζει και γαμεί το μάστορή του.
- Εμακρύναν οι ποδιές σου, σκεπαστήκαν οι πομπές σου.
- Εμείς ψωμί δεν έχουμε κι η γάτα πίτα σέρνει.
- Ένα μήλο την ημέρα το γιατρό τον κάνει πέρα.
- Ένα το 'χει η Μαριορή το στεγνώνει το φορεί.
- Ένας κούκκος μοναχά την άνοιξη δεν φέρνει.
- Εν οίδα οτι ουδέν οίδα.
- Εν τη παλάνη και ούτω βοήσωμεν.
- Επανάληψη, μητήρ μαθήσεως.
- Έπιασε τον πάπα απ'τ'αρχίδια.
- Έρμα μαντριά γιομάτα λύκους.
- Eύκαιρ’ τσουβάλ’, σ’ο ποδάρ κι στεκ’ (ποντιακό).
- Έφτασε ο κόμπος στο χτένι.
- Έχε καθάριο πρόσωπο, για τους κακούς γειτόνους.
- Έχε τα πόδια σου ζεστά, την κεφαλή σου κρύα, τον στόμαχόν σου ελαφρύ γιατρού δεν θα 'χεις χρεία.
- Έχει ο καιρός γυρίσματα, κι ο χρόνος εβδομάδες.
- Έχεις παράδες; Σου κάνουν τεμενάδες.
Ζ
- Ζαβός ζαβή παντρεύτηκε, ζαβά παιδιά θα κάνουν.
- Ζήσε μαύρε μου, τον Μάη να φας τριφύλλι.
- Ζήσε Μάη μου να φας τριφύλλι
Η
- Η αλεπού σαν γεράσει γίνεται καλόγρια.
- Η αλεπού εκατό και το αλεπουδάκι εκατόν δέκα.
- Η αλπού ικατό τα αλπούδια ικατόν δέκα.
- Η αλήθεια είναι κουτσή, αλλά φτάνει στην κορφή.
- Η ανάγκη κάνει το παλικάρι.
- Η βιάση ψήνει το ψωμί, μα δεν το καλοψήνει.
- Η γάτα για το ψάρι της, πούλησε τ' αμπέλι της.
- Η γκαμήλα αν θέλει γομαράγκαθα, ας μακρύνει το λαιμό της.
- Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει μα κόκκαλα τσακίζει.
- Η γλώσσα τιμάει το πρόσωπο.
- Η γριά η κότα έχει το ζουμί.
- Η γριά το μισοχείμωνο ξυλάγγουρο γυρεύει.
- Η γυναίκα με το κλάμα κι ο κλέφτης με τους όρκους.
- Η δουλειά δεν είναι ντροπή.
- Η θάλασσα 'ναι γαλανή μα ο αέρας τη μαυρίζει.
- Ήθελες τα κι έπαθές τα.
- Η καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά.
- Η καλή μέρα, απ' το πρωί φαίνεται.
- Η καλή νοικοκυρά είναι δούλα και κυρά.
- Ήλιος και βροχή παντρεύονται οι φτωχοί, ήλιος και φεγγάρι παντρεύονται οι γαϊδάροι.
- Ή μικρός-μικρός παντρέψου ή μικρός καλογερέψου.
- Η νύφη μας την ομορφιά στην κεφαλή την έχει.
- Η νύφη όντας θα γεννηθεί της πεθεράς θα μοιάσει.
- Ή παπάς-παπάς, ή ζευγάς-ζευγάς.
- Η πίστωση απόθανε (η κακοπληρωμή τη σκότωσε).
- Η πολλή δουλειά τρώει τον αφέντη.
- Η ακαμάτρες κι οι χαζές έχουν τις τύχες τις καλές.
- Ήρθαν τ' άγρια να διώξουν τα ήμερα.
- Ή στραβός ειν' ο γιαλός ή στραβά αρμενίζουμε.
- Ήταν στραβό το κλήμα, το ’φαγε κι γαϊδαρος.
- Η τέχνη θέλει μάστορη κι η φάβα θέλει λάδι.
- Η τιμή τιμή δεν έχει και χαράς τον που την έχει.
- Η τρέλα δεν πάει στα βουνά.
- Η φτήνια τρώει τον παρά.
- Η φτώχεια θέλει καλοπέραση.
- Η χάρη θέλει αντίχαρη και πάντα χάρη μένει.
- Η σκύλα από τη χαρά της τα 'κανε στραβά τα κουτάβια.
- Η πείνα κάστρα πολεμάει και κάστρα παραδίνει.
Θ
- Θα γυρίσει ο τροχός, θα γαμήσει κι ο φτωχός. (Αδόκιμη ως παροιμία. Παράφραση της παρακάτω χρησιμοποιήται για να δηλώσει αγανάκτηση και πίστη σε καλύτερες καταστάσεις)
- Θα γυρίσει ο τροχός, θα χορτάσει κι ο φτωχός.
- Θα το βρει η στραβή τ' αρνί της.
- Θα τον χορέψω στο ταψί.
- Θέλει η κυρά μου και παίζουν τα γατιά.
- Θέλει η πουτάνα να κρυφτεί και η χαρά δεν την αφήνει.
- Θέλει και την πίτα ολόκληρη και το σκύλο χορτάτο.
- Θέλει και το γουρούνι κουδούνι.
- Θέλεις το φτωχό να σκάσεις: Πες του λίρες να σ' αλλάξει.
- Θεός να σε φυλάει από καινούργιο άρχοντα κι από παλιό διακονιάρη.
- θέρος, τρύγος, πόλεμος, στασιό δεν περιμένουν.
- Θού Κύριε φυλακή τω στόματί μου. (θρησκευτικό)
- Θρέψε λύκο το χειμώνα, να σε φάει το καλοκαίρι.
- Θύμωσε ο καλόγερος κι έκαψε τα ράσα του.
Ι
- Ίδιο πρόσωπο έρχεται, ίδιο μαντάτο φέρνει.
- Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.
Κ
- Καθαρός ουρανός αστραπές δε φοβάται.
- Κάθε αρχή και δύσκολη.
- Κάθε εμπόδιο σε καλό.
- Κάθε θαύμα τρείς μέρες, το μεγάλο τέσσερις.
- Κάθε κατεργάρης στον πάγκο του.
- Κάθε μαχαλάς και τάξη, κάθε ρούγα και ζακόνι.
- Κάθε πράμα στον καιρό του και τον Αύγουστο ο κολιός.
- Καημό που το 'χε η ρίγανη, που εκάη το καταράχι
- Και με τα χίλια βάσανα πάλι η ζωή γλυκιά είναι.
- Και με τα χίλια στ' φυλακή και με τα πεντακόσια.
- Και το βόλι είναι μικρό, αλλά σκοτώνει και θεριό.
- Καινούργιο κοσκινάκι μου, και πού να σε κρεμάσω;
- Καινούργια αγάπη έπιασα, παλιά μου στάσου πίσω.
- Και ο άγιος φοβέρα θέλει.
- Καιρός πανιά, καιρός κουπιά.
- Καιρός φέρνει τα λάχανα, καιρός τα παραπούλια.
- Κακή μοίρα έχεις άντρα μου, ούλοι 'πνιγήκανε και σύ εγλύτωσες.
- Κακό σκυλί ψόφο δεν έχει.
- Καλά είν' τα ρουπακόφυλλα με το ρογί το λάδι.
- Καλή ζωή, κακή διαθήκη.
- Καλιμασιά και Νένητα, Πυργί και Βερβεράτο αυτά τα τέσσερα χωριά βάζουν τη Χίο κάτω.
- Κάλιο αργά παρά ποτέ.*
- Κάλλιο γαϊδουρόδενε παρά γαϊδουρογύρευε.
- Κάλλιο 'νας φρόνιμος οχτρός παρά 'νας φίλος παλαβός. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Κάλιο πέντε και στο χέρι, παρά δέκα και καρτέρει.
- Κάλλιο πέντε κάρβουνα, παρά χίλια πρόβατα.
- Κάλλιο σταυρός στην πόρτα σου, παρά στην εδική μου.
- Κάλλιο χήρα κακομοίρα, παρά κακοπαντρεμένη.
- Καλόμαθε η γριά στα σύκα, θα φάει και τα συκόφυλα.
- Καλομελέτα κι έρχεται.
- Κακομελέτα κι έρχεται.
- Καλύτερα πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
- Κάλλιο πρώτος στο χωριό, παρά δεύτερος στη πόλη.
- Κάνε Γιάννο μ' τη δουλειά σου, κι ύστερα και πάλι θειά σου
- Κάνε το καλό και ρίξ’ το στο γιαλό.
- Κάποιο λάκκο έχει η φάβα.
- Καράβι που αργεί σκατά είναι φορτωμένο.
- Κατά μάνα και πατέρα, κατά γιό και θυγατέρα.
- Κατά που μου ψάλλεις σου κανοναρχώ.
- Κατά το μαστρο-Γιάννη και τα κοπέλια του.
- Κάτι τρέχει στα γύφτικα.
- Κι αλευρωμένος να 'ναι ο ποντικός, η γάτα τον γνωρίζει.
- Κι αν είσαι και παπάς, με την αράδα σου θα πας.
- Κι ο άγιος φοβέρα θέλει.
- Κίνησε ο Εβραίος για το παζάρι κι ήταν ημέρα Σάββατο.
- Κλαίγοντ' οι χήρες, κλαίγονται κι οι παντρεμένες.
- Κλωτσιούνται τ' άλογα και την πληρώνουν τα γαϊδούρια.
- Κόκκινα γένια, μάτια γαλανά, καρδιά του Ιούδα, ψυχή του σατανά.
- Κομίζει γλαύκα ες Αθήνας.
- Κοντά στα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
- Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή σαλαμπαντάνα.
- Κοντός ψαλμός αλληλούϊα.
- Κόρακας κοράκου μάτι δε βγάζει.
- Κουκκί το κουκκί γεμίζει το σακί.
- Κουτσοί, στραβοί στον άγιο Πανταλεήμονα.
- Κράτα με να σε κρατώ ν' ανεβούμε το βουνό.
- Κρένω 'γω τσαμπουνίζει κι ο άντρας μου.
- Κύλησε ο τέντζερης και βρήκε το καπάκι.
- Κυρά μου κοίτα τον άντρα σου και κόψε τη φορεσιά σου.
- Κυριακή κοντή γιορτή.
- Κώλος κλασμένος, γιατρός χεσμένος. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
Λ
- Λάδια πολλά και τηγανητά τίποτα.
- Λιθάρι που κυλάει, χόρτο δεν κρατάει.
- Λαγός την φτέρη έσειε, κακό του κεφαλιου του.
- Λάδι βρέχει κάστανα χιονίζει.
- Λείπ' ο γάτος χορεύουν τα ποντίκια.
- Λάχανα 'ς τη μάνα μου,λάχανα 'Λς τον άντρα μου, κάλλια ήταν 'ς μάνα μου.
- Λέγε λέγε το κοπέλι κάνει την γριά και θέλει.
- Λίγα είναι τα ψωμιά του.
- Λίθοι και πλίνθοι και κέραμοι ατάκτως ερριμένοι.
- Λαός 'ξαγριεμένος, φουρτουνιασμένη θάλασσα.
Μ
- Μ' ένα σμπάρο δυο τρυγόνια.
- Μάζευε κι ας είναι και ρώγες.
- Μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά.
- Μαζί με τη γαριφαλιά ποτίζεται κι η γλάστρα.
- Μάη μου, καλέ μου μήνα, νά’σουν δυο φορές το χρόνο!
- Μάθαν ότι γαμιόμαστε, πλακώσανε κι οι γύφτοι. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Μάθε γέρο γράμματα τώρα στα γεράματα.
- Μάθε τέχνη κι άστηνε και αν πεινάσεις πιάστηνε.
- Μάθε τέχνη κι άσ'τηνε κι αν φτωχύνεις πιάσ'τηνε.
- Μαθημένο είναι το αρνί να του παίρνουν το μαλλί.
- Μαριγούλα Μαριγώ, δεν με θέλεις, να κι εγώ!
- Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκαύτης.
- Μάρτ'ς, γδάρτ'ς, ουρθοχέστ'ς, παλουκοκαύτης.
- Μας έμαθαν οι Κρητικοί πως είμαστε Χανιώτες.
- Μας περίσσεψε η ρίγανη, τη βάλαμε και στα σκατά.
- Μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
- Μαύρη μοίρα που 'χεις άντρα, όλοι παν και δε γυρίζουν εσύ πας κι έρχεσαι.
- Με ήλιο τά’βγαζα, με ήλιο τά’βαζα, τί έχουν τα έρμα και ψοφάν;
- Με όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γραμματα θα μάθεις.
- Μεγάλα καράβια, μεγάλες φουρτούνες.
- Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις.
- Μεγαλώνει το γομάρι και κονταίνει το σαμάρι.
- Μεσιακό γαϊδούρι, το τρώει λύκος.
- Με το ζόρι, παντρειά δε γίνεται.
- Με τον παρά μου γαμώ και την κυρά μου.
- Με χόρτασε η μάνα μου, μα σαν τα χέρια μου όχι.
- Μ' ευγενικόν κουβέντιαζε, και ξόδευε το βιος σου. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Μη βροντήξεις ξένη πόρτα και βροντήξουν τη δική σου.
- Μη δεις ψηλό και φοβηθείς,κοντό κι αναθαρρέψεις.
- Μη θωρείς με πως κουτσαίνω, δες την ίσια μου τη μοίρα.
- Μην κακολογάς το σπίτι σου, μην πεσει και σε πλακώσει!
- Μην τάξεις σ'΄Αγιο κερί και σε παιδί κουλούρι.
- Μην τάξεις σ'΄Αγιο κερί και σε παιδί παιχνίδι. (Αδοκιμη)
- Μην το πεις ούτε του παπά.
- Μην φυτρώνεις εκεί που δεν σε σπέρνουν.
- Μήτ' ο σκύλος τρώει τ' άχυρο μήτε το γάιδαρο αφήνει.
- Μια ζωή χρωστάμε ούλοι μας. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Μια στο καρφί και μια στο πέταλο.
- Μια του κλέφτη, δυο του κλέφτη, τρεις και η κακή του μέρα.
- Μια χαρά και δυο τρομάρες.
- Μικρόν κώλον δεν έδειρες, μέγαν μη φοβερίζεις.
- Μικρό-μικρό τ’αλώνι μου, να’ναι μοναχικό μου.
- Μπάτε σκύλοι αλέστε κι αλεστικά μη δώστε.
- Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα.
- Μοναχός σου χόρευε κι' όσο θελεις πήδα.
- Μονάχος μήτε στον παράδεισο.
- Μού ’κανες τη μέρα δάκρυ και τη νύχτα συμφορά.
Ν
- Ν' απλώνεις τα πόδια σου όσο φτάνει το στρώμα σου.
- Να 'καναν οι μύγες μέλι, τρεις οκάδες στον παρά.
- Να ζήσει όποιος μ' έβρισε, να σκάσει όποιος μου το 'πε.
- Να λιλί δως μου τσιτσί.
- Να ξαναγενόμουν νύφη, θα 'ξερα να προσκυνήσω.
- Να σε κάψω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι.
- Να σε χέσω Γιάννη, να σ’ αλείψω μέλι.
- Να 'ταν τα Φώτα βροχερά και η Λαμπρή βροχάτη.
- Νά 'ταν η ζήλεια ψώρα θα ξυνόταν όλη η χώρα!
- Να 'χαν οι κουρούνες γνώση, να μας δάνειζαν καμπόση.
- Νηστεύει ο δούλος του Θεού, γιατί ψωμί δεν έχει.
- Νηστικό αρκούδι δεν χορεύει.
- Νιός ήμουν και γέρασα.
Ξ
- Ξύδι χάρισμα,γλυκό σαν μέλι.
Ο
- Ο ανήφορος φέρνει κατήφορο.
- Ο άνθρωπος ότι μπορεί κι ο Θεός ότι θέλει.
- Ο άρρωστος θέλει γιατρό κι ο πεθαμένος κλάμα.
- Ο βρεγμένος τη βροχή δεν τη φοβάται.
- Ο γάτος κι ο καλόγερος πολυαγαπούν το ψάρι, κι η παντρεμένη το φιλί, κι η λεύτερη το χάδι.
- Ο έρως χρόνια δεν κοιτά.
- Ο Θεός αγαπάει τον κλέφτη, αγαπάει και το νοικοκύρη.
- Ο θεός αγαπάει τον κλέφτη, μα σαν τον νοικοκύρη, όχι.
- Ο θεός βλέπει βουνά και ρίχνει χιόνι.
- Ο θεός έφκιασε τον κόσμο κι είπε: "Οπόχει μυαλό ας πορεύεται." (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Ο θεός οικονομάει κι ο διάολος τα χαλάει.
- Ο καθένας για λόγου του κι ο θεός για όλους. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Ο κακός το πρωί, το βράδυ χειρότερος. (Βυζαντινή παροιμία)
- Ο κανατάς όπου θέλει κολλάει τα χερούλια. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Ο καλόγερος κοιμάται κι ο Θεός του μαγειρεύει.
- Ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα φαίνεται.
- Ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει.
- Ο καλός ο φίλος στην ανάγκη φαίνεται.
- Ο κερατάς το μαθαίνει πάντα τελευταίος.
- Ο κόσμος τό 'χει τούμπανο κι'αυτός κρυφό καμάρι.
- Ο κουζουλός ο γάιδαρος, πάντα πουλάρι δείχνει.
- Ο λύκος δε βρωμίζει τη φωλιά του.
- Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμην άλλαξε μήτε την κεφαλήν του.
- Ο λύκος σαν γεράσει, μασκαράς των σκυλιών γίνεται.
- Ο λύκος στην αναμπουμπούλα χαίρεται.
- Ο λύκος στην αντάρα χαίρεται.
- Στην αντάρα τρέχει ο λύκος.
- Ο ξυπόλυτος είδε τον κουτσό και παρηγορήθηκε.
- Ο πεινασμένος καρβέλια ονειρεύεται.
- Ο πλούσιος έχει την τιμή, ο πλούσιος και τη δόξα.
- Ο πνιγμένος απ' τα μαλλιά του πιάνεται.
- Ο σπόρος κι ο παράς, αν δεν σκορπιστούν δεν αυγαταίνουν.
- Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει.
- Ο Χάρος φίλους και εχθρούς σ' ένα τραπέζι σμίγει.
- Ο χειρότερος κουφός είν' αυτός που δε θέλει ν' ακούσει.
- Ο ψεύτης και ο κλέφτης το πρώτο χρόνο χαίρονται.
- Οι αιώνες αντιγράφουν αλλήλους. (αρχαιοελληνικό ρητό)
- Οι γύφτοι τα μαλώματα για πανηγύρια τά 'χουν
- Οι δρόμοι είναι ανοιχτοί και τα σκυλιά δεμένα.
- Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.
- Οι κάμποι θρέφουν άλογα και τα βουνά λεβέντες.
- Οι μούτσοι που γαμούσαμε γίναν καπεταναίοι. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Οι όψιμες θέλουν βροχές κι οι πρώιμες δροσούλες.
- Ο παπουτσής ξυπόλητος κι ο ράφτης μπαλωμένος.
- Οι πουτάνες κι οι τρελές έχουν τις τύχες τις καλές. (σκωπτικό-χιουμοριστικό)
- Οι πολλοί καπεταναίοι ρίχνουν έξω το καράβι.
- Οι πολλοί μάγειροι τη χαλάν τη σούπα.
- Όλα εδώ πληρώνονται.
- Όλα τα πουλιά μισεύουν, οι κοράκοι μόνο μένουν.
- Όλα τα φαντάσματα, του ύπνου αναγελάσματα.
- Όλα τά’χε η Μαριωρή, ο φερετζές της έλειπε.
- Όλα του γάμου δύσκολα κι η νύφη γκαστρωμένη.
- Όλοι οι καλοί μαζί, κι ο ψωριάρης χώρια.
- Όλοι όλοι αντάμα κι ο ψωριάρης χώρια.
- Όλοι όλοι αντάμα κι ου ψώριαβος αχώρια.
- Όμοιος ομοίω αεί πελάζει.
- Όμοιος τον όμοιο αγαπά κι όμοιος τον όμοιο θέλει.
- Όμοιος στον όμοιο κι' η κοπριά στα λάχανα.
- Ομορφιά χωρίς χάρη, είναι αγκίστρι χωρίς δόλωμα.
- Όντες θέλει να χαλάσει ο θεός το μέρμυγκα, του βάνει φτερά και πετάει. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Όποιος αγάλια περπατεί, πολύ μακριά πηγαίνει.
- Όποιος βιάζεται σκοντάφτει.
- Όποιος βγάνει και δε βάνει, γρήγορα στον πάτο φτάνει.
- Όποιος γελάει τη γη κι η γης τόνε γελάει.
- Όποιος γίνεται πρόβατο τον τρώει ο λύκος.
- Όποιος γυρίζει, μυρίζει κι όποιος κάθεται βρωμάει.
- Όποιος δε θέλει να ζυμώσει πέντε μέρες κοσκινίζει.
- Όποιος δε θέλει κούρταλα, στο χαλκιδειό δεν πάει.
- Όποιος δεν έχει μαυρομάτα, φιλάει την τσιμπλομάτα.
- Όποιος δεν έχει μυαλό έχει πόδια.
- Όποιος δεν κάνει τρέλες στα νιάτα του, τις κάνει στα γεράματά του.
- Όποιος δεν τιμάει τη γυναίκα του, την κάνει άτιμη.
- Όποιος διαβάζει με τ' αρχίδια, γαμάει με τα μάτια. (για την πρεσβυωπία)
- Όποιος διάβολο αγόρασε, διάβολο πουλάει.
- Όποιος είν’ έξω απ’ το χορό, πολλά τραγούδια ξέρει.
- Όποιος έχει πολύ πιπέρι βάζει και στα λάχανα.
- Όποιος έχει τα γένια έχει και τα χτένια.
- Όποιος έχει τη μύγα μυγιάζεται.
- Όποιος θέλει ν' αγαπήσει, θέλει να χασομερήσει, θέλει άσπρα να ξοδιάσει και να μη τα λογαριάσει.
- Όποιος θέλει τα πολλά χάνει και τα λίγα.
- Όποιος καεί απ' το χυλό φυσάει και το γιαούρτι.
- Όποιος καμαρώνει γι' αφεντιά, πρέπει κι αφέντης να 'ναι.
- Όποιος μπλέκει με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.
- Όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες.
- Όποιος νύχτα περπατεί, λάσπες και σκατά πατεί.
- Όποιος ξένο σκύλο θρέφει, μόνο το λουρί του μένει.
- Όποιος πίνει βερεσέ, δυο φορές μεθάει.
- Όποιος πηδάει πολλά παλούκια, ένα μπαίνει στον κώλο του.
- Όποιος στα είκοσι δεν έχει νου, στα τριάντα ας μην προσμένει.
- Μικρός-μικρός δεν έμαθες, μεγάλος μην επλίζεις.
- Όποιος στην ξέρα περπατεί και θάλασσα γυρεύει, ο διάβολος οπίσω του κουκιά του μαγειρεύει.
- Όποιος τα φίδια κυνηγά, φίδι θα τον δαγκώσει, κι όποιος τον κίνδυνο αγαπά, αυτός θα τον σκοτώσει.
- Όποιος χάνει στα χαρτιά κερδίζει στην αγάπη.
- Όπου αγάλι-αγάλι περπατεί, μακριά μπορεί να πάει.
- Όπου ακούς πολλά κεράσια, κράτα και μικρό καλάθι.
- Όπου βλέπεις μάσα κάτσε κι όπου βλέπεις ξύλο τρέχα.
- Οπου γάμος και χαρά η Βασίλω πρώτη.
- Όπου δεν πίπτει λόγος, πίπτει ράβδος.
- Όπου δεν τα βγάζει πέρα ο διάολος μοναχός του, στέλνει τη γυναίκα.
- Όπου έχει δυο αγαπητικές χαρά έχει μεγάλη, γιατί όταν μαλώνει με τη μια κινάει και πάει στην άλλη.
- Όπου λαλούν πολλά κοκόρια, αργεί να ξημερώσει.
- Όπου πεθαίνουνε πολλοί, θάνατο μη φοβάσαι.
- Όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά.
- Όπου φτωχός κι η μοίρα του.
- Όπως έστρωσες θα κοιμηθείς.
- Όσα δεν φτάνει η αλεπού τα κάνει κρεμαστάρια.
- Όσα ξέρει ο νοικοκύρης δεν τα ξέρει ο κόσμος όλος.
- Όσα φέρνει η ώρα δε τα φέρνει ο χρόνος.
- Όσα δεν φέρνει ο χρόνος τα φέρνει η στιγμή.
- Όσες πράσινες φοράδες, τόσες καλοπεθεράδες.
- Όσο πίν' η πεθερά μας τόσο μας καλοχαιρετάει.
- Θα κρατήσουν όσο της Λαμπρής τ' αυγά.
- Ο σκοπός αγιάζει τα μέσα. (Νίκολο Μακιαβέλλι)
- Όταν δεις ακρίβεια, καρτέρειε και τη φθήνεια.
- Όταν διψάει η αυλή σου νερό έξω μη χύσεις.
- Όταν ευρείς το φόρτωμα πληρώσου το κουρμέκι.
- Όταν έχεις και δεν τρως, πρέπει να σε δει γιατρός.
- Όταν κοιμάται ο γιόκας μου ψωμί δε μας γυρεύει.
- Όταν ο μήνας δεν έχει ρώ (ρ) το κρασί θέλει νερό. (αρχαιοελληνικό ρητό)
- Όταν χτυπιούνται δυο σταμνιά, το ένα απ' τα δύο θα σπάσει.
- Ό,τι δίνεις παίρνεις.
- Οτι λάμπει δεν είναι χρυσός.
- Ουδείς μωρότερος των ιατρών, αν δεν υπήρχαν οι διδάσκαλοι.
- Ουδέν κακό αμιγές καλού.
- Ουδέν κρυφόν υπό τον ήλιον.
- Ούτε το διάβολο να δεις, ούτε τον σταυρό σου να κάνεις.
- Όύτε ψύλλος στον κόρφο του. (δε θά 'θελα νά 'μαι)
- Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει, καλοκαίρι θα μυρίσει, μα σαν τύχει και θυμώσει, μες στα χιόνια θα μας χώσει.
- Όχι Γιάννης, Γιαννάκης.
- Όψιμος γιος δε θα γνωρίσει πατέρα. (Βυζαντινή παροιμία)
Π
- Παιδιά, σκατά και σύννεφα... δεν πιάνονται. (χιώτικη)
- Παίναε τη θάλασσα, αλλά να περπατείς στην ξέρα.
- Παλιό γιατρό και γέρο καπετάνιο να γυρεύεις.
- Παλιό μουλάρι καινούργια περπατησιά δε βγάνει.
- Παλιός οχτρός φίλος δε γίνεται. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Παπάς, γιατρός και χωροφύλακας καλύτερα 'ναι να μην μπαίνουνε στο σπίτι.
- Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι.
- Παπάς, παπά καλό δε θέλει.
- Παπάς εγίνεις Κωσταντή; Έτσι το 'φερ' η κατάρα.
- Παπάς στην πόλη, η παπαδιά 'μολογάει.
- Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
- Πάρ' τ΄ αυγό και κούρευ'το.
- Παρ’τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
- Πάσσαλος, πασσάλω εκκρούεται.
- Σημ. Για να απαλλαγής από μια δύσκολη κατάσταση, πρέπει να πάρεις δραστικά μέτρα.
- Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σάκουλά του.
- Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
- Πέρσι εκάηκε το φαί και φέτος βγηκ' η τσίκνα!
- Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμησε.
- Πες, πες το κοπέλι κάνει τη γριά και θέλει.
- Πες το, πες το, το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει.
- Πέσε σύκο να σε φάω.
- Πέτρα που θέλει να κυλά, ποτέ δεν χορταριάζει.
- Πέτρα που κυλά μούχλα ποτέ δε πιάνει.
- Πέτρα που κατρακυλά, σπιτικό δεν κάνει.
- Πέτρα που κυλά μούχλα ποτέ δε πιάνει.
- Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
- Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
- Πιες μόνο νερό, να’χεις κεφάλι καθαρό.
- Πιστόν γη, άπιστον θάλασσα. (αρχαιοελληνικό ρητό)
- Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
- Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούνι τ' αρχίδια
- Πίσω να πάει ντρέπεται, μπροστά να πάει φοβάται.
- Πίττα που δεν τρως, τί σε μέλλει κι αν καεί;
- Πλεύουν τα μήλα στο νερό πλεύουν και οι καβαλίνες.
- Πνίγεσαι σε μια κουταλιά νερό.
- Πολλοί οι νεκροί που κλαίγανε στ' αρρώστου το κεφάλι.
- Πολλοί συγγενείς, λίγοι λίγοι.
- Πότε έγινα φαντίνα; Όταν βρήκα τον καιρό;
- Σημ. Φαντίνα είναι η πρωτότοκη κόρη, η οποία είχε ιδιαίτερα προνόμια.
- Πότε με τα καρύδια του, πότε με τον χαλβά του. Ήφερε την καλογριά εις τα θελήματά του.
- Ποτέ μη δώσεις στον φτωχό πόρτα και παραθύρι και πάπλωμα να σκεπαστεί, μη σηκωθεί και φύγει.
- Πρόβατο που βελάζει χάνει την χαψιά του.
- Πρώτα όβασον κι`επεκεί κακάντσον. (ποντιακή)
- Πυρ, γυνή και θάλασσα.
- Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά.
- Που δεν ακούει τσου φίλους του, ευκαριστάει τσ' οχτρούς του. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Που έχει αδερφό καλόγερο, έχει ζευγάρια βόδια.
- Πούτσες μπλε κι αρχίδια καπαμά. (υβριστική)
- Πρώτη βοήθεια του θεού, δεύτερη του γειτόνου.
- Πώς πάν' αράπη τα παιδιά σου, όσο πάνε και μαυρίζουνε.
- Τι κάνουν κόρακα τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουνε.
Ρ
- Ράβε ξήλωνε δουλειά να μη σου λείπει.
- Ρε, γαμπρέ, η μύτη σου. Είν' από το χειμώνα.
- Ρόδα είναι και γυρίζει.
- Ρωμιών καυγάς, Τούρκων χαλβάς.
- Ρώτα με, να σε ρωτώ, να περνούμε τον καιρό.
- Ρωτώντας πας στην Πόλη.
Σ
- Σ’αγαπώ κυρά μ’ να κλαν’ς, μα όχ’ κι αν το παρακάν’ς. (Κοζανίτικη)
- Σ' άλογο ξένο αν ανεβείς, μεσοστρατίς πεζεύεις.
- Σ' έναν δίνουν και δεν παίρνει, άλλον δέρνουν και δε φεύγει.
- Σα θέλει η νύφη κι ο γαμπρός, τύφλα νά’χει ο πεθερός.
- Σακάκι πληρώνεις, σακάκι παίρνεις. Μανίκι πληρώνεις, μανίκι παίρνεις.
- Σαν αστράφτει και βροντά, δέσε την βάρκα του ψαρά.
- Σαν σ' αρέσει η φάβα σπείρε και κάνα λαθούρι.
- Σαρανταπέντε Γιάννηδες ενός κοκόρου γνώση.
- Σε καλού κουμπάρου σπίτι, όποιος κάθεται δε φεύγει.
- Σε ξένο γάιδαρο καβάλα γρήγορα και κατέβα γρήγορα.
- Σε ξένο κώλο εκατό ξυλιές.
- Σε πήρα για τριαντάφυλλο, κι εσύ βγήκες τσουκνίδα.
- Σ' όσους δε δίνει ο Θεός παιδί, δίνει ο διάολος ανίψια.
- Σηκωθήκαν τα ποδάρια να βαρέσουν το κεφάλι.
- Σηκωθήκανε τ'αγγούρια να γαμήσουν το μανάβη.
- Σήμερα κινήσαμε κι αύριο πόσες έχουμε.
- Σκατά μετά ριγάνεος.
- Σκατό κι'εν, η γιαγια μ' έχεσεν. (ποντιακή)
- Σκύλο που γαβγίζει μη φοβάσαι.
- Σκύλος που γαβγίζει δεν δαγκώνει.
- Σόι πάει το βασίλειο.
- Σου χαρίζουν γάιδαρο και τον κοιτάς στα δόντια.
- Σπίτι που δεν το βλέπει ο ήλιος, το βλέπει ο γιατρός.
- Σπίτι χωρίς Γιάννη, προκοπή δεν κάνει.
- Σπίτι χωρίς γυναίκα, εκκλησιά χωρίς παπά.
- Στάλα τη στάλα το νερό, τρυπάει και το βουνό.
- Στείλε στους γύφτους να βρεις προζύμι.
- Στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πρώτα.
- Στεφάνωσε και μπλέτσωσε και βάφτισε και φεύγα.
- Στη βράση κολλάει το σίδερο.
- Στη γυναίκα σου και στ' άλογό σου μην απολάς ποτέ τα γκέμια.
- Στη χώρα ο νόμος βασιλιάς και χωριό η συνήθεια.
- Στην αναβροχιά καλό είν' και το χαλάζι.
- Στην χώρα των τυφλών, ο μονόφθαλμος είναι βασιλιάς.
- Στις εννιά του μακαρίτη, άλλος μπήκε μες' στο σπίτι.
- Στο αγελαδοκούρεμα. (=στις καλένδες)
- Στον άρρωστο το γιατρικό, στον πονεμένο ο λόγος.
- Στο σπασμένο το σακί θέλεις βάλε θέλεις μη.
- Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί.
- Στο τέλος ξυρίζουν το γαμπρό.
- Στο σκισμένο το σακί, θέλεις βάλε, θέλεις μη.
- Στον άγγελό του νερό δεν δίνει! (=αχάριστος)
- Στον ακάλεστο το γάμο ή διωγμένος ή δαρμένος.
- Στου κουφού τη πόρτα όσο θέλεις βρόντα.
- Στου κουφού τη πόρτα πάρ'τη πόρτα και φύγε.
- Σ' τσου είκοσι μυαλό, σ'τσου τριάντα βιο και σ' τσου σαράντα γυναίκα, ειδ' αλλιώς είτε μυαλό είτε βιος είτε γυναίκα. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Στα είκοσι θα δουλέψεις, στα τριάντα θα κάμεις, στα σαράντα θα 'χεις. Δε δούλεψες, δεν έκαμες, δεν έχεις.
- Συν Αθηνά και χείρα κίνει.
- Συντροφικό γουρούνι ποτέ του δεν παχαίνει.
- Σφάλμα γιατρού, πεννιά θεού.
- Σφάξε με Πασά μ' να αγιάσω.
- Σφούγγισ' τη μύτη σου γαμπρέ..-Είναι απ' το χειμώνα..- Σ'ήξερα κι απ' το καλοκαίρι
- Σώπα συ να κρίνω γω, σήκω συ να κάτσω γω.
Τ
- Τα αγγειά γινήκαν θυμιατά και τα σκατά λιβάνι. Οι βλάχοι γίναν δήμαρχοι κι οι γύφτοι καπετάνιοι
- Τ' αργαστήρι θέλει κουτσό νοικοκύρη.
- Τα βόδια τα δένουν απ' τα κέρατα, τον άνθρωπο απ' το λόγο του.
- Τα γέλια θα σου βγουν ξινά.
- Τα δικά σου αμπέλια φράζε και τα ξένα μη γυρεύεις.
- Τα είπε χαρτί και καλαμάρι.
- Τα ζώα μου αργά.
- Τα ίδια Παντελάκη μου, τα ίδια Παντελή μου.
- Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι.
- Τα μαλώματα οι γύφτοι τάχουνε για πανηγύρια.
- Τα μάτια που δε βλέπονται γρήγορα λησμονιούνται.
- Τα μεταξωτά βρακιά θέλουν και επιδέξιους κώλους.
- Τα μυαλά σου και μια λίρα και του μπογιατζή ο κόπανος.
- Τα παθήματα των πρώτων, γεφύρι των δεύτερων.
- Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια.
- Τα πολλά πνίγουν τον άντρα και τα λίγα τη γυναίκα.
- Τα ράσα δεν κάνουν τον παπά.
- Τέρμα τα δίφραγκα.
- Τέλειωσαν τα ψέματα.
- Τετάρτη και Παρασκευή τα νύχια σου μην κόβεις και Κυριακή να μη λουστείς, αν θέλεις να προκόβεις.
- Την προδοσία πολλοί αγάπησαν, το προδότη κανείς.
- Της γυναίκας ο καημός, λούσα πούτσα και χορός.
- Της καλομάνας το παιδί, το πρώτο να 'ναι κορίτσι.
- Της καλομοίρας το παιδί, στους πέντε μήνες κάθεται, στους έξι καλοκάθεται, και στους εφτά και στους οκτώ, τον τοίχο-τοίχο πάει.
- Της κοντής ψωλής, οι τρίχες την φταίνε.
- Της κοντής ψωλής τα μαλλιά της φταίγανε.
- Της νύχτας τα καμώματα, τα βλέπει η μέρα και γελά.
- Της φυλακής τα σίδερα είναι για τους λεβέντες.
- Τι γυρεύει η αλεπού στο παζάρι;
- Τι δε σε νοιάζει μη ρωτάς, ποτέ κακό δεν έχεις.
- Τι έχεις Γιάννη; Τι είχα πάντα!
- Τι κάνεις Γιάννη; Κουκιά σπέρνω!
- Τι κι αν σε δέρνουν δεκατρείς, αν δε σε δέρνει ο νους σου.
- Τι μικρός διάολος, τι μεγάλος διάολος. Κι οι δυο διαόλοι είναι.
- Τι μπρόκολα τι λάχανα.
- Τί 'ναι ο κάβουρας τι το ζουμί του.
- Τι να πεθάνεις χωροφύλακας, τι να πεθάνεις 'νωματάρχης
- Τι Σαββάτο βράδυ, τι Κυριακή πρωί.
- Τι χοντρό κεφάλι που 'χεις. Με στενεύει η σκούφια σου.
- Το αγκάθι από μικρό αγκυλώνει.
- Το αγώι ξυπνάει τον αγωγιάτη.
- Το βουβάλι κι αν ξεπέσει πάλι αξίζει ένα βόιδι.
- Το βούρκο σαν πετροβολάς, πηδάει και σε λερώνει.
- Το γαρούφαλο είναι μαύρο μα πουλιέται με το δράμι.
- Το γινάτι βγάζει μάτι.
- Το γοργό και χάριν έχει.
- Το γύφτο κάναν βασιλιά κι'αυτός γύρευε ρείκια.
- Το γυαλί κι η τύχη εύκολα τσακίζονται.
- Το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού.
- Το ένα γαιδούρι θέλει ενάμισι
- Το έξυπνο πουλί από την μύτη πιάνεται.
- Το καλό πράγμα αργεί να γίνει.
- Το καλό το αρνί, από δυο μάνες γεννιέται.
- Το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι.
- Το Μάρτη ξύλα φύλαε μεν κάψεις τα απλούτζια
- Το Μάρτη ξύλα φύλαγε μην κάψεις τα παλούκια.
- Το μεγάλο το καράβι θέλει και βαθιά νερά.
- Το μήλο κάτω απ' την μηλιά θα πέσει.
- Το μουνί και το χταπόδι, οσο το χτυπάς απλώνει
- Το μουνί σέρνει καράβι.
- Σαν δεις καράβι στο βουνό, μουνί θα το 'χει σύρει.
- Το ’να χέρι νίβει τ’άλλο και τα δυό το πρόσωπο.
- Τον ακάλεστο στο γάμο, από κάτω από τον πάγκο.
- Τον αράπη κι αν τον πλένεις, το σαπούνι σου χαλάς.
- Τον γάιδαρο, όσο και να τον στολίσεις, άλογο δεν γίνεται.
- Τον καβαλλάρη μην τον λυπάσαι που κρέμονται τα ποδάρια του.
- Τον Τούρκο φίλευε και τη γυναίκα σου φύλαγε.
- Το δικό μου το καρφί το βλέπεις, το δικό σου το παλούκι δεν το βλέπεις;
- Το καινούργιο σπίτι, τον πρώτο χρόνο τ' οχτρού σου, τον δεύτερο του δικού σου και τον τρίτο του λόγου σου. (Κεφαλονίτικη παροιμία)
- Το καλό αρνί δυο μάνες βυζαίνει. (Βυζαντινή παροιμία)
- Το ντέφι κι' η Αποκριά είναι του πούστη η χαρά.
- Το ξένο είναι πιο γλυκό.
- Το ξέρει ο Αχμέτ, ο Μεχμέτ, και ο κόσμος όλος.
- Το ξύλο βγηκε από τον παράδεισο.
- Το παιδί σου πάντρεψες; Γείτονα το ‘καμες. Κι όχι καλογείτονα, αλλά κακογείτονα.
- Το πολύ το κυρ’ελέησον το βαριέται κι ο παπάς.
- Το σίδερο, όσο είναι ζεστό το χτυπούν.
- Το σκοινί το μαλακό, τρώει την πέτρα την ξερή.
- Το στανιό και τη βία ο θεός τα 'δωσε.
- Το στόμα σου γάλα μυρίζει ακόμα.
- Το φτηνό είν' κι ακριβό.
- Το φτηνό το κρέας το τρώνε οι σκύλοι.
- Το χωριο καιγότανε κι η νύφη στολιζότανε
- Το ψάρι βρωμάει απ΄ το κεφάλι.
- Το ψηλό δέντρο το χτυπούν οι κεραυνοί.
- Του ακαμάτη το μεροκάματο είναι ακριβό.
- Του έταξε λαγούς με πετραχήλια.
- Του κουτσοδόντη παξιμάδι του τυχαίνει.
- Του παπά η κοιλιά είν' αμπάρι κι όπου πάει θε να πάρει.
- Του φτωχού η κοιλία όταν γομούτε η ψωλίατ`σκούτε. (ποντιακή)
- Τραβάτε με κι ας κλαίω.
- Τρεις λαλούν και δυο χορεύουν.
- Τρεις το λάδι, τρεις το ξύδι, έξι το λαδόξυδο.
- Τρελός ράφτης, μακριά κλωστή.
- Τρεχάτε ποδαράκια μου, να μη σας χέσει ο κώλος.
- Τροχός τ' ανθρώπινα. (αρχαιοελληνικό ρητό)
- Τρώγοντας έρχεται η όρεξη.
- Τσάμπα ξύδι γλυκό σα μέλι.
- Των φρονίμων τα παιδιά πριν πεινάσουν μαγειρεύουν.
- Τώρα που βρήκαμε παπά άς θάψουμε πέντ 'έξι.
- Τώρα που ζω, θέλω να γδω τα πιθυμάω κι ορίζω, κι άμα, σα φύγω να με κλαίς, χάρη δε στο γνωρίζω.
- Τώρα στα γεράματα μάθε γέρο γράμματα!
- Τα εν οίκω μη εν δήμω.
Φ
- Φασούλι το φασούλι γεμίζει το σακούλι.
- Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο.
- Φέρ' το ψωμί να φάμε και ας τους άλλους να πεινάνε.
- Φίδι φύλα το χειμώνα να σε φάει το καλοκαίρι.
- Φίλε μου στην ανάγκη μου κι οχτρέ μου στη χαρά μου.
- Φίλοι μου στην ανάγκη μου, κι εχθροί μου στη χαρά μου.
- Φοβάται ο Γιάννης το θεριό και το θεριό το Γιάννη.
- Φοβέρισε τον κώλο σου μη χέσει τα κλιτσιά σου.
- Φρου φρου και τ' αμπέλι ξέφραγο.
- Φτηνός στο λάδι, ακριβός στο ξύδι.
- Φύλαγε τα ρούχα σου να έχεις τα μισά.
- Φωνάζει ο κλέφτης να φοβηθεί ο νοικοκύρης.
Χ
- Χαλεπὰ τὰ καλά. (αρχαιοελληνικό ρητό)
- Χάρε χαρά που μου 'φερες και λύπη που μου πήρες.
- Χάρη στο βασιλικό ποτίζεται και η γλάστρα.
- Χάσ' απού του δίκιου σου, για να 'σ' αργά 'σ' του σπίτ' σου.
- Χέσε μέσα Πολυχρόνη που δεν γίναμε ευζώνοι.
- Χέστηκε η Φατμέ στο Γενί τζαμί.
- Χέστηκε η Φατμέ μέσα στο Γεντικουλέ.
- Χέστηκε η φοράδα στ΄ αλώνι.
- Χέσε ψηλά κι αγνάντευε.
- Χέσε ψηλά κι αγνάντευε και πέτα βοτσαλάκια.
- Χόρευε κυρά Ντουντού κοίτα και το σπίτι σου.
- Χρόνου φείδου. (Αρχαίο)
- Χωριό που φαίνεται κολαούζο δε θέλει.
- Χωρίς κουπιά και άρμενα, Αϊ-Νικόλα βόηθα.
- Χτίζει σπίτια η ομόνοια, τα γκρεμίζει η διχόνοια.
- Χους εις χουν και πνεύμα εις Πνεύμα απελεύσει.
- Χωρίσαμε τα τσανάκια μας.
Ψ
- Ψαρεύει σε θολά νερά.
- (Ψάχνουμε) ψύλλους στ'άχυρα.
- Ψηλά τη χτίζεις τη φωλιά και θα σου γείρει ο κλώνος και θα σου φύγει το πουλί και θα σου μείνει ο πόνος.
- Ψωμί δεν είχαμε,τυρί μας ήρθε
Ω
- Ώρα καλή στην πρύμνη σου κι αέρα στα πανιά σου.
- Στίχος 2ος: Κι ούτε πουλί πετάμενο να μη βρεθεί μπροστά σου.
- Σημ. Να έχεις καλό ταξίδι, χωρίς εμπόδια.