Ελληνικές παροιμίες/Π: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
|||
Γραμμή 51: | Γραμμή 51: | ||
* Πάσσαλος, πασσάλω εκκρούεται. |
* Πάσσαλος, πασσάλω εκκρούεται. |
||
** ''Για να απαλλαγής από μια δύσκολη κατάσταση, πρέπει να πάρεις δραστικά μέτρα.'' |
** ''Για να απαλλαγής από μια δύσκολη κατάσταση, πρέπει να πάρεις δραστικά μέτρα.'' |
||
* Παστρική καλή Θοδώρα, το τσαρούχι μέσ' την πίτα. (Αρκαδία) |
|||
* Πάταξον μεν άκουσον δε. |
* Πάταξον μεν άκουσον δε. |
||
** ''Χτύπησέ με αλλά άκουσέ με''. Περίφημη φραση που είπε ο Θεμιστοκλής στον Ευρυβιάδη στο κρίσιμο συμβούλιο πριν από τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα. |
** ''Χτύπησέ με αλλά άκουσέ με''. Περίφημη φραση που είπε ο Θεμιστοκλής στον Ευρυβιάδη στο κρίσιμο συμβούλιο πριν από τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα. |
||
* Πάτησε και ο Αύγουστος, η άκρη του χειμώνα. |
* Πάτησε και ο Αύγουστος, η άκρη του χειμώνα. |
||
* Πενία τέχνας κατεργάζεται. |
* Πενία τέχνας κατεργάζεται. |
||
* Πέντε μήνες έναν κόμπο, ένα μήνα πέντε κόμπους. |
|||
* Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σάκουλά του. |
* Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σάκουλά του. |
||
* Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. |
* Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα. |
||
Γραμμή 60: | Γραμμή 62: | ||
* Πέρσι εκάηκε το φαί και φέτος βγηκ' η τσίκνα! |
* Πέρσι εκάηκε το φαί και φέτος βγηκ' η τσίκνα! |
||
* Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμησε. |
* Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμησε. |
||
** Πέρσι έχεσε, φέτος βρόμησε. |
|||
* Πες, πες το κοπέλι κάνει τη γριά και θέλει. |
* Πες, πες το κοπέλι κάνει τη γριά και θέλει. |
||
** Πες το, πες το, το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει. |
** Πες το, πες το, το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει. |
||
Γραμμή 82: | Γραμμή 83: | ||
* Ποιος στραβός δε θέλει το φως του; |
* Ποιος στραβός δε θέλει το φως του; |
||
* Πολλά μουνιά τριγύρω μου, στον πούτσο μου κανένα. |
* Πολλά μουνιά τριγύρω μου, στον πούτσο μου κανένα. |
||
* Πολλές φορές πάει η κολοκύθα για νερό, μία πάει και δε γυρίζει. (Αρκαδία) |
|||
* Πολλοί οι νεκροί που κλαίγανε στ' αρρώστου το κεφάλι. |
* Πολλοί οι νεκροί που κλαίγανε στ' αρρώστου το κεφάλι. |
||
* Πολλοί συγγενείς, λίγοι λίγοι. |
* Πολλοί συγγενείς, λίγοι λίγοι. |
||
Γραμμή 101: | Γραμμή 103: | ||
** Κύπριακή, σημαίνει ''«Καλά ως εδώ, βλέπουμε για αργότερα»''. |
** Κύπριακή, σημαίνει ''«Καλά ως εδώ, βλέπουμε για αργότερα»''. |
||
* Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά. |
* Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά. |
||
* Πουτάνας τύχη δε χάνεται. |
|||
* Πούτσες μπλε κι αρχίδια καπαμά. (υβριστική) |
* Πούτσες μπλε κι αρχίδια καπαμά. (υβριστική) |
||
** Πούτσες μπλε με γκρι κορδέλες. |
** Πούτσες μπλε με γκρι κορδέλες. |
Αναθεώρηση της 21:19, 21 Φεβρουαρίου 2008
* Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω
Π
- Πάθει μάθος.
- Μαθαίνουμε παθαίνοντας. (Πβ. Αισχ. Αγαμ.177)
- Παιδιά, σκατά και σύννεφα... δεν πιάνονται. (Χιώτικη)
- Παίναε τη θάλασσα, αλλά να περπατείς στην ξέρα.
- Παλιά μας τέχνη κόσκινο.
- Παλιό γιατρό και γέρο καπετάνιο να γυρεύεις.
- Παλιό μουλάρι καινούργια περπατησιά δε βγάνει.
- Παλιό τ' αμπέλι, λίγο το κρασί.
- Παλιός οχτρός φίλος δε γίνεται. (Κεφαλονίτικη)
- Παν μέτρον άριστον.
- Παπάς, γιατρός και χωροφύλακας καλύτερα 'ναι να μην μπαίνουνε στο σπίτι.
- Παπά παιδί, διαβόλου εγγόνι.
- Παπάς, παπά καλό δε θέλει.
- Παπάς εγίνεις Κωσταντή; Έτσι το 'φερ' η κατάρα.
- Παπάς στην πόλη, η παπαδιά 'μολογάει.
- Ο παπάς απ' την πόλη, η παπαδιά μολογάει.
- Παπούτσι από τον τόπο σου κι ας είναι μπαλωμένο.
- Παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι (σκωπτικό-χιουμοριστική)
- Πάρ' τ' αυγό και κούρευ' το.
- Πάρ' τη σκούφια σου και βάρα με.
- Παρ' τον έναν και χτύπα τον άλλον.
- Παρ' τον στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
- Πάσσαλος, πασσάλω εκκρούεται.
- Για να απαλλαγής από μια δύσκολη κατάσταση, πρέπει να πάρεις δραστικά μέτρα.
- Παστρική καλή Θοδώρα, το τσαρούχι μέσ' την πίτα. (Αρκαδία)
- Πάταξον μεν άκουσον δε.
- Χτύπησέ με αλλά άκουσέ με. Περίφημη φραση που είπε ο Θεμιστοκλής στον Ευρυβιάδη στο κρίσιμο συμβούλιο πριν από τη ναυμαχία στη Σαλαμίνα.
- Πάτησε και ο Αύγουστος, η άκρη του χειμώνα.
- Πενία τέχνας κατεργάζεται.
- Πέντε μήνες έναν κόμπο, ένα μήνα πέντε κόμπους.
- Περήφανος καλόγερος, άδεια τα σάκουλά του.
- Περί ορέξεως κολοκυθόπιτα.
- Περί ορέξεως ουδείς λόγος.
- Πέρσι εκάηκε το φαί και φέτος βγηκ' η τσίκνα!
- Πέρσι ψόφησε, φέτος βρόμησε.
- Πες, πες το κοπέλι κάνει τη γριά και θέλει.
- Πες το, πες το, το κοπέλι, κάνει την κυρά και θέλει.
- Πέσε σύκο να σε φάω.
- Πετάγεται σαν τη πορδή.
- Πέτρα που θέλει να κυλά, ποτέ δεν χορταριάζει.
- Πέτρα που κυλά μούχλα ποτέ δε πιάνει.
- Πέτρα που κατρακυλά, σπιτικό δεν κάνει.
- Πήγε για μαλλί και βγήκε κουρεμένος.
- Πιάστηκε σαν τον ποντικό στη φάκα.
- Πιες μόνο νερό, να’χεις κεφάλι καθαρό.
- Πίστευε και μη ερεύνα.
- Πιστόν γη, άπιστον θάλασσα.
- Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά.
- Πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και το γουρούνι τ' αρχίδια
- Πίσω να πάει ντρέπεται, μπροστά να πάει φοβάται.
- Πίττα που δεν τρως, τί σε μέλλει κι αν καεί;
- Πλεύουν τα μήλα στο νερό πλεύουν και οι καβαλίνες.
- Πνίγεσαι σε μια κουταλιά νερό.
- Ποιος είδε το Θεό και δεν τον φοβήθηκε;
- Ποιος στραβός δε θέλει το φως του;
- Πολλά μουνιά τριγύρω μου, στον πούτσο μου κανένα.
- Πολλές φορές πάει η κολοκύθα για νερό, μία πάει και δε γυρίζει. (Αρκαδία)
- Πολλοί οι νεκροί που κλαίγανε στ' αρρώστου το κεφάλι.
- Πολλοί συγγενείς, λίγοι λίγοι.
- Πονάει δόντι, κόβει κεφάλι.
- Πότε έγινα φαντίνα; Όταν βρήκα τον καιρό;
- Φαντίνα είναι η πρωτότοκη κόρη, η οποία είχε ιδιαίτερα προνόμια.
- Πότε με τα καρύδια του, πότε με τον χαλβά του, ήφερε την καλογριά εις τα θελήματά του.
- Ποτέ μη δώσεις στον φτωχό πόρτα και παραθύρι και πάπλωμα να σκεπαστεί, μη σηκωθεί και φύγει.
- Πότε ο Γιάννης δεν μπορεί, πότε ο κώλος του πονεί.
- Πράσινα άλογα.
- Πρόβατο που βελάζει χάνει την χαψιά του.
- Πρώτα όβασον κι'επεκεί κακάντσον. (Ποντιακή)
- Πυρ, γυνή και θάλασσα.
- Που δεν ακούει τσου φίλους του, ευκαριστάει τσ' οχτρούς του. (Κεφαλονίτικη)
- Που έχει αδερφό καλόγερο, έχει ζευγάρια βόδια.
- Πού σε πονεί και πού σε σφάζει.
- Που σου νεύκω που πάεις.
- Που στύλλον, στύλλον άνεσιν.
- Κύπριακή, σημαίνει «Καλά ως εδώ, βλέπουμε για αργότερα».
- Πούλαγε ακριβά και ζύγιαζε σωστά.
- Πουτάνας τύχη δε χάνεται.
- Πούτσες μπλε κι αρχίδια καπαμά. (υβριστική)
- Πούτσες μπλε με γκρι κορδέλες.
- Πρώτη βοήθεια του θεού, δεύτερη του γειτόνου.
- Πώς πάν' αράπη τα παιδιά σου, όσο πάνε και μαυρίζουνε.
- Τι κάνουν κόρακα τα παιδιά σου; Όσο πάνε και μαυρίζουνε.
- Πως παν' τα παιδιά σου κόρακα; Όσο παν' μαυρίζουν.
- Πόρδου άκουσμα,σκατού μαντάτο